Γαλλικά (fr) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
irrégularité irrégularités

  Ουσιαστικό επεξεργασία

irrégularité (fr) θηλυκό

  1. η ανωμαλία
  2. η παρατυπία

Συγγενικά επεξεργασία