irakien
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | irakien | irakiens |
θηλυκό | irakienne | irakiennes |
Επίθετο
επεξεργασίαirakien (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | irakien | irakiens |
θηλυκό | irakienne | irakiennes |
irakien (fr)