initialisation
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
initialisation | initialisations |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαinitialisation (en)
- άλλη γραφή του initialization
Συγγενικά
επεξεργασία
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
initialisation | initialisations |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαinitialisation (fr) θηλυκό