inheritance
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
inheritance | inheritances |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ɪnˈhɛɹətəns/
- ⓘ (ΗΠΑ)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαinheritance (en)
- η κληρονομιά
- ⮡ I expect an inheritance.
- Περιμένω μια κληρονομιά.
- ⮡ I expect an inheritance.
- (αντικειμενοστρεφής προγραμματισμός) η κληρονομικότητα
- δείτε επίσης: Inheritance (object-oriented programming) στην αγγλική Βικιπαίδεια
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασίααντικειμενοστρεφής προγραμματισμός:
Δείτε επίσης
επεξεργασία- inheritance στην αγγλική Βικιπαίδεια
Πηγές
επεξεργασία- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 452. ISBN 9780194325684., λήμμα: κληρονομιά