Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
inadvertently
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Επίρρημα
επεξεργασία
inadvertently
(en)
άθελα
,
αθέλητα
, χωρίς πρόθεση, από
απροσεξία
≈
συνώνυμα
:
→
δείτε
τη λέξη
accidentally