in one's own right
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασία- (ιδιωματισμός) είμαι κάτι ο ίδιος, με την αξία του, επάξια, λόγω των προσωπικών μου προσόντων και προσπαθειών, όχι λόγω της σχέσης μου με κάποιον άλλο
- ⮡ Eleanor Roosevelt, who was also a politician in her own right…
- Η Ελεάνορ Ρούζβελτ, που ήταν και η ίδια πολιτικός…
- ⮡ Eleanor Roosevelt, who was also a politician in her own right…
Πηγές
επεξεργασία- own (idioms): in your own right - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 383. ISBN 9780194325684., λήμμα: ίδιος