Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

in case < → δείτε τις λέξεις in και case

  Έκφραση επεξεργασία

in case (en)

  • (ιδιωματισμός) σε περίπτωση, αν συμβεί κάτι
    In case of an accident…
    Σε περίπτωση ατυχήματος…
    In case you don’t find him there…
    Σε περίπτωση που δεν τον βρεις εκεί…

  Πηγές επεξεργασία