in bad taste
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Έκφραση επεξεργασία
in bad taste (en)
- (ιδιωματισμός) είναι απρέπεια, είναι προσβλητικό και δεν είναι καθόλου κατάλληλο
- ↪ It’s in bad taste to make comments about her.
- Είναι απρέπεια να τη σχολιάζεις.
- ↪ It’s in bad taste to make comments about her.