hyperthyroïdie
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /i.pɛʁ.ti.ʁɔ.i.di/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
hyperthyroïdie | hyperthyroïdies |
hyperthyroïdie (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
hyperthyroïdie | hyperthyroïdies |
hyperthyroïdie (fr) θηλυκό