Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /i.pɛʁ.sɑ̃.sibl/

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
hypersensible hypersensibles

hypersensible (fr) αρσενικό ή θηλυκό