hydroalcoolique
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- hydroalcoolique < hydro- + alcoolique
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
hydroalcoolique | hydroalcooliques |
hydroalcoolique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
hydroalcoolique | hydroalcooliques |
hydroalcoolique (fr) αρσενικό ή θηλυκό