humanisation
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /y.ma.ni.za.sjɔ̃/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
humanisation | humanisations |
humanisation (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
humanisation | humanisations |
humanisation (fr) θηλυκό