Ετυμολογία

επεξεργασία
hortus < ινδοευρωπαική ρίζα *gher, ομόρριζο με το αρχαιοελληνικό χόρτος, αγγλικό yard κλπ

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

hortus (la) αρσενικό

hortus magnus est - ο κήπος είναι μεγάλος