Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

homicide (en)

  1. η ανθρωποκτονία
  2. ο δράστης μιας ανθρωποκτονίας

Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɔ.mi.sid/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
homicide homicides

homicide (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
homicide homicides

homicide (fr) αρσενικό

  1. η ανθρωποκτονία
  2. ο δράστης μιας ανθρωποκτονίας