Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɛ̃.du.ist/

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
hindouiste hindouistes

hindouiste (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. ινδουιστικός
  2. ινδουιστής
     συνώνυμα: hindou

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
hindouiste hindouistes

hindouiste (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. ινδουιστής