ενικός         πληθυντικός  
hexagone hexagones

  Ετυμολογία

επεξεργασία

hexagone < λατινικά hexagonum < αρχαία ελληνική ἑξάγωνον

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɛ.ɡza.ɡon/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

hexagone (fr) αρσενικό