hexagone
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
hexagone | hexagones |
Ετυμολογία επεξεργασία
hexagone < λατινικά hexagonum < αρχαία ελληνική ἑξάγωνον
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
hexagone (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
hexagone | hexagones |
hexagone < λατινικά hexagonum < αρχαία ελληνική ἑξάγωνον
hexagone (fr) αρσενικό