Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɛl.(l)e.ni.za.sjɔ̃/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
hellénisation hellénisations

hellénisation (fr) θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία