Τουρκικά (tr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

hardal < (άμεσο δάνειο) αραβική خردل[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /hɑɾˈdɑɫ/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

  1. σινάπι
  2. μουστάρδα

Κλίση επεξεργασία

Παράγωγα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. hardal - μονόγλωσσο τουρκικό Ετυμολογικό Λεξικό «Türkçe Etimolojik Sözlük» (2002) του Σεβάν Νισανιάν