harcelor
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- harcelor < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
harcelor | harcelors |
harcelor (fr) αρσενικό
- ο δυνάστης, ο καταπιεστής
- το αφεντικό που καταπιέζει τους εργάτες ονομάζεται δυνάστης