Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
hall
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ουσιαστικό
2
Εσθονικά (et)
2.1
Επίθετο
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
hall
(en)
ο
διάδρομος
, το
χολ
≈
συνώνυμα
:
hallway
κτήριο ή
αίθουσα
συνεδριάσεων, συγκεντρώσεων
η κύρια
αίθουσα
ενός μεσαιωνικού κτηρίου
επιβλητικό κτήριο σε μεγάλο αγρόκτημα
πανεπιστημιακή κτήριο που περιλαμβάνει κοιτώνες, αίθουσες διδασκαλίας, εστιατόριο κ.λπ.
Εσθονικά
(et)
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
hall
(et)
γκρίζος
,
σταχτής