Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /e.ʒe.mɔ.nik/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
hégémonique hégémoniques

hégémonique (fr) αρσενικό ή θηλυκό