Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
got something over with
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
got something over with
(en)
αόριστος
του
get something over with
(
βρετανικό
)
παθητική
μετοχή
αορίστου
του
get something over with
(
ΗΠΑ
)
:
gotten something over with