Ετυμολογία

επεξεργασία
give the axe < → δείτε τις λέξεις give, the και axe

  Έκφραση

επεξεργασία

give the axe (en)

  • (ιδιωματισμός) απολύω κάποιον από τη δουλειά του
    ⮡  The company gave the axe to the ringleaders of the strike.
    H εταιρεία απέλυσε τους πρωταίτιους της απεργίας.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη fire