Ετυμολογία

επεξεργασία
ghosting < ghost + -ing

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ghosting (en)

  1. το φαινόμενο της θαμπής διπλής εικόνας σε οθόνη τηλεόρασης εξαιτίας παρεμβολών, από λήψη διαφορετικών σημάτων που οδηγούν σε επικαλύψεις στο οπτικό αποτέλεσμα
  2. (νεολογισμός, αργκό) η ξαφνική διακοπή μιας σχέσης (όπως συναισθηματικής ή ερωτικής) εκ μέρους κάποιου ή κάποιας, που απότομα και χωρίς να δώσει εξηγήσεις παύει ολοκληρωτικά κάθε είδους επαφή