Ετυμολογία

επεξεργασία
get the hang of < → δείτε τις λέξεις get, the, hang και of

  Έκφραση

επεξεργασία

get the hang of (en)

  • (ανεπίσημο, ιδιωματισμός) παίρνω το κόλπο, αντιλαμβάνομαι πώς δουλεύει κάτι, μαθαίνω πώς να κάνω ή να χρησιμοποιώ κάτι
    It is easy when you get the hang of it.
    Είναι εύκολο όταν του πάρεις το κόλπο.
    I’ve been trying to get the hang of this tape recorder.
    Προσπαθώ να δω πώς δουλεύει αυτό το μαγνητόφωνο.