Δείτε επίσης: geologie
      ενικός         πληθυντικός  
géologie géologies

  Ετυμολογία

επεξεργασία
géologie < Μορφολογικά αναλύεται σε géo- + -logie

  Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

géologie (fr) θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία