géologie
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
géologie | géologies |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαgéologie (fr) θηλυκό
- η γεωλογία
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- géologie - CNRTL (Centre National de Resources Textuelles et Lexicales, 2005) από το Trésor de la langue française informatisé