génération
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
génération | générations |
génération (fr) θηλυκό
- η γενιά
Δείτε επίσης : generation, Generation |
ενικός | πληθυντικός |
génération | générations |
génération (fr) θηλυκό