Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

gématrique < gématrie

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
gématrique gématriques

gématrique (fr) αρσενικό ή θηλυκό