Ετυμολογία

επεξεργασία
flugi < flug- + -i
ρήμα flugi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας flugas fluganta flugata
αόριστος flugis fluginta flugita
μέλλοντας flugos flugonta flugota
υποθετική flugus - -
προστακτική flugu - -

flugi (eo)

ne eblas flugi per alia kompanio - δεν μπορεί να πετάξει κανείς με άλλη εταιρεία