Γαλλικά (fr) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
filatrice filatrices

  Ετυμολογία επεξεργασία

filatrice < αρσενικό fil(ateur) + -atrice

  Ουσιαστικό επεξεργασία

filatrice (fr) θηλυκό