Ετυμολογία

επεξεργασία
feu d'artifice → δείτε τις λέξεις feu και artifice

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία
ενικός πληθυντικός
feu d'artifice feux d'artifice

feu d'artifice (fr) αρσενικό

on a assisté à un feu d'artifice spectaculaire - παραβρεθήκαμε σε ένα θεαματικό πυροτέχνημα

Δείτε επίσης

επεξεργασία