fagot
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαfagot (fr) αρσενικό (πληθυντικός fagots)
Κροατικά (hr)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαfagot (hr) αρσενικό (πληθυντικός fagoti)
fagot (fr) αρσενικό (πληθυντικός fagots)
fagot (hr) αρσενικό (πληθυντικός fagoti)