Λατινικά (la) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

exspiro < ex + spiro

  Ρήμα επεξεργασία

exspiro (la) (exspīrō1, exspīrāvī, exspīrātum, exspīrāre)

Κλίση επεξεργασία