expéditeur
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | expéditeur | expéditeurs |
θηλυκό | expéditrice | expéditrices |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαexpéditeur (fr) αρσενικό
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη expédier
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | expéditeur | expéditeurs |
θηλυκό | expéditrice | expéditrices |
expéditeur (fr) αρσενικό