exfoliation
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
exfoliation | exfoliations |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαexfoliation (fr) θηλυκό
- το ξεφλούδισμα
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη exfolier
ενικός | πληθυντικός |
exfoliation | exfoliations |
exfoliation (fr) θηλυκό