Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

escabelle < scabelle < θηλυκό του escabeau

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɛs.ka.bɛl/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
escabelle escabelles

escabelle (fr) θηλυκό