Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
entonnage
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γαλλικά (fr)
1.1
Ουσιαστικό
1.1.1
Συνώνυμα
1.1.2
Συγγενικά
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
entonnage
entonnages
Ουσιαστικό
επεξεργασία
entonnage
(fr)
αρσενικό
η πράξη και το αποτέλεσμα του
χυσίματος
ενός
υγρού
σε
βαρέλι
Συνώνυμα
επεξεργασία
entonnaison
entonnement
Συγγενικά
επεξεργασία
entonner (αρ. 1)