enharmonique
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ɑ̃.naʁ.mɔ.nik/
Επίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
enharmonique | enharmoniques |
enharmonique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
enharmonique | enharmoniques |
enharmonique (fr) αρσενικό ή θηλυκό