Ετυμολογία

επεξεργασία
endométrite < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /;;;/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
endométrite endométrites

endométrite (fr) θηλυκό