Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɑ̃.fa.tik/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
emphatique emphatiques

emphatique (fr) αρσενικό ή θηλυκό