Πρόθημα

επεξεργασία

ek- (eo)

  • πρόθημα που δηλώνει κάτι που αρχίζει να υπάρχει

Παράγωγα

επεξεργασία

Σημειώσεις

επεξεργασία
Χρησιμοποιείται και «αυτόνομο»: eka - αρχικός