Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɛ.fɛʁ.vɛ.sɑ̃s/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
effervescence effervescences

effervescence (fr) θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία