Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /dva/
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

dwa (pl) αρσενικό

  Αριθμητικό

επεξεργασία

dwa (pl)

  1. ο αριθμός δύο
    1. dwaj αρρενοπρόσωπη μορφή
    2. dwie ουδέτερο και θηλυκό

Δείτε επίσης

επεξεργασία