dudek
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΑριθμητικό
επεξεργασίαdudek (eo)
Πολωνικά (pl)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαdudek (pl)
- (πτηνό), (κοινά) το πουλί τσαλαπετεινός
- (μεταφορικά) ο βλάκας
dudek (eo)
dudek (pl)