drag through the mud
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίαdrag through the mud (en)
- (ιδιωματισμός, ανεπίσημο) καταστρέφω τη φήμη κάποιου, επικρίνω κάποιον δημόσια, με άδικο τρόπο
- ⮡ She dragged his name through the mud.
- Κατέστρεψε τη φήμη του.
- ⮡ She dragged his name through the mud.