Ετυμολογία

επεξεργασία
down with <  δείτε τις λέξεις down και with

down with (en)

  • (ιδιωματισμός) κάτω, χρησιμοποιείται για να πει ότι είμαι αντίθετος σε κάτι, ή σε ένα άτομο
      Down with the dictatorship!
    Κάτω η δικτατορία!