dolichocéphale
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
dolichocéphale | dolichocéphales |
dolichocéphale (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
dolichocéphale | dolichocéphales |
dolichocéphale (fr) αρσενικό ή θηλυκό