doigter
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- doigter < doigt
Ρήμα
επεξεργασίαdoigter (fr)
- (μουσική)
- (μεταβατικό) τοποθετώ τα δάχτυλα όπως πρέπει για να παίξω ορισμένα όργανα
- (αμετάβατο) εκτελώ ένα μουσικό κομμάτι βάζοντας τα δάχτυλα στα κατάλληλα σημεία του οργάνου
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη doigt