ενικός         πληθυντικός  
doctorate doctorates

Ουσιαστικό

επεξεργασία

doctorate (en)

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • doctorate στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια