disk
Αγγλικά (en) Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
disk (en)
- δίσκος
- (υλικό υπολογιστή) ο disk storage ή storage disk (δίσκος αποθήκευσης)
- (υλικό υπολογιστή) ο δίσκος σε μία συστοιχία δίσκων μιάς μονάδας σκληρών δίσκων (hard-disk drive)
Πολυλεκτικοί όροιΕπεξεργασία
- disk drive
- disk storage ή storage disk
- fixed disk
- floppy disk
- hard disk ή hard-disk drive ή hard drive
- magnetic disk
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- disk στην αγγλική Βικιπαίδεια